Brexit: Τι παραγγέλνεις και… τι σου έρχεται

In ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
January 31, 2025

Γράφει ο Γιάννης Χανιωτάκης

Στις 31 Ιανουαρίου 2020 το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε και επίσημα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ολοκληρώνοντας μια μακρά μεταβατική περίοδο η οποία ξεκίνησε με το δημοψήφισμα του 2016. 

Η συζήτηση για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε πολλές δεκαετίες πριν. Από την ένταξη της χώρας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1973, υπήρχαν φωνές που αμφισβητούσαν τη συμμετοχή της χώρας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Οι ευρωσκεπτικιστές υποστήριζαν ότι η ΕΕ περιορίζει την εθνική κυριαρχία και επιβάλλει γραφειοκρατικούς κανόνες που εμποδίζουν την ανάπτυξη.

Το 2016, ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον προκήρυξε δημοψήφισμα για την παραμονή ή την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ. Το αποτέλεσμα προκάλεσε πολιτικό και όχι μόνο σεισμό, με το 51,9% των ψηφοφόρων (17.410.742 ψήφοι) να τάσσεται υπέρ του Brexit. 

Αντίθετα, το 48,1%, δηλαδή 16.141.241 άνθρωποι, ψήφισαν κατά της αποχώρησης. 

Το Brexit έφερε σημαντικές προκλήσεις στο εμπόριο και την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι επιχειρήσεις αντιμετώπισαν αυξημένη γραφειοκρατία στις εξαγωγές και εισαγωγές, ενώ η αποχώρηση από την ενιαία αγορά οδήγησε σε μειωμένη εμπορική δραστηριότητα με την Ε.Ε. Παράλληλα, η λίρα παραμένει ασταθής, ενώ οι επενδύσεις έχουν επηρεαστεί από τη γενικότερη αβεβαιότητα.

Η λήξη της ελεύθερης μετακίνησης είχε αντίκτυπο σε πολλούς τομείς της οικονομίας, ιδιαίτερα στη φιλοξενία, τη γεωργία και την υγειονομική περίθαλψη. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού έχει προκαλέσει πιέσεις στις επιχειρήσεις, ενώ οι νέοι κανόνες για τη μετανάστευση έχουν κάνει πιο δύσκολη την πρόσβαση Ευρωπαίων εργαζομένων στην αγορά εργασίας του Ηνωμένου Βασιλείου.

Πρόσφατη δημοσκόπηση της YouGov, έδειξε ότι ο αριθμός των Βρετανών που πιστεύουν ότι η αποχώρηση από την ΕΕ ήταν καλή ιδέα είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από το δημοψήφισμα, με μόλις τρεις στους 10 να λένε ότι ήταν η σωστή απόφαση.

Οι περισσότεροι ψηφοφόροι υποστηρίζουν την επιστροφή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του 18% όσων υποστήριξαν το Brexit το 2016. 

Στα πλαίσια του δημοψηφίσματος ειπώθηκαν πολλά αλλά έγιναν πράξη λίγα. Ακολουθούν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα: 

Πλήθος κόσμου έχει κατακλύσει την πλατεία του κοινοβουλίου στο κέντρο του Λονδίνου στις 31 Ιανουαρίου 2020.

Μετανάστευση

Ένα βασικό επιχείρημα των υπέρμαχων του Brexit ήταν ότι εκτός ΕΕ το Ηνωμένο Βασίλειο θα αναλάμβανε τον έλεγχο των συνόρων του και θα μείωνε τη μετανάστευση.

Μεγάλο μέρος της εκστρατείας για το δημοψήφισμα επικεντρώθηκε στο θέμα αυτό προειδοποιώντας ότι η μετανάστευση θα συνεχίσει να αυξάνεται αν το Ηνωμένο Βασίλειο ψηφίσει υπέρ της παραμονής.

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική.

Συγκεκριμένα, ο «καθαρός» (διαφορά αφίξεων και αποχωρήσεων) αριθμός των μεταναστών στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2023 ανήλθε σε 900.000, σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερος από τον αριθμό των 248.000 που παρατηρήθηκε το 2016, τη χρονιά του δημοψηφίσματος. 

Η μόνη διαφορά είναι ότι έχουν μειωθεί οι πολίτες από την Ε.Ε.

Από το δημοψήφισμα το 2016 και το τέλος της ελεύθερης κυκλοφορίας το 2021, περίπου 1.227.800 πολίτες της ΕΕ έφυγαν από το Ηνωμένο Βασίλειο. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο κατά 58% σε σχέση με την προηγούμενη πενταετία, σύμφωνα με στοιχεία από το Παρατηρητήριο Μετανάστευσης.

Ο αριθμός των Ευρωπαίων φοιτητών στα πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου μειώθηκε από περίπου 147.920 σε 95.505 μεταξύ 2019 και 2022, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

Τέλος, η στατιστική υπηρεσία της χώρας εκτιμάει ότι ο πληθυσμός θα φτάσει τα 72,5 εκατομμύρια μέχρι το 2032, μια αύξηση που οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην «καθαρή» μετανάστευση. 

Οικονομία, Εμπόριο και οι «ατέλειωτες» επιλογές

Το Ηνωμένο Βασίλειο θα ευημερήσει ως ανεξάρτητο έθνος. Αυτό υπόσχονταν τότε οι πολιτικοί που υποστήριζαν το Brexit.

Ας δούμε τα δεδομένα: Οι τελευταίες εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών δείχνουν ότι το κόστος του διακανονισμού μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε περίπου 30,2 δισ. λίρες συνολικά.

Το 2023, η Bloomberg Economics υπολόγισε ότι η χώρα χάνει 100 δισεκατομμύρια λίρες ετησίως λόγω απώλειας παραγωγής από την έξοδο από την ΕΕ. 

Το Γραφείο Υπευθυνότητας Προϋπολογισμού (OBR) εκτίμησε πρόσφατα ότι το εμπόριο του Ηνωμένου Βασιλείου θα δεχθεί πλήγμα 15% μακροπρόθεσμα ως αποτέλεσμα του Brexit. 

Ακόμη, οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του OBR δείχνουν ότι μόλις το 40% του αντίκτυπου του Brexit έχει περάσει στην οικονομία, που σημαίνει ότι το 60% δεν έχει ακόμη γίνει αισθητό. Η οικονομική ζημιά έχει προκληθεί από την πτώση του εμπορίου μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ. 

Μια πρόσφατη μελέτη από το Κέντρο Οικονομικών Επιδόσεων του LSE διαπίστωσε ότι οι εξαγωγές αγαθών από το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκαν κατά 27 δισεκατομμύρια λίρες μόνο το 2022 ως αποτέλεσμα του Brexit.

Συγκεκριμένα, η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία εμπορικής συνεργασίας του Ηνωμένου Βασιλείου (TCA), που εφαρμόστηκε τον Ιανουάριο του 2021, μείωσε τις εξαγωγές αγαθών του Ηνωμένου Βασιλείου (εξαιρουμένων των υπηρεσιών) παγκοσμίως κατά 6,4% λόγω της πτώσης των εξαγωγών της ΕΕ κατά 13,2%.

Η μελέτη δείχνει ότι 16.400 επιχειρήσεις – περίπου το 14 τοις εκατό των εξαγωγέων του Ηνωμένου Βασιλείου – σταμάτησαν τις εξαγωγές στην ΕΕ λόγω των εμπορικών κανόνων του Brexit.

Μέρος αυτού πιθανότατα οφείλεται στην αυξημένη πολυπλοκότητα των νέων εξαγωγικών κανονισμών, τους οποίους οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις είναι καλύτερα εξοπλισμένες να απορροφήσουν.

Μερικοί από τους τομείς του εμπορίου που επλήγησαν περισσότερο ήταν τα τρόφιμα, η γεωργία και η αλιεία.

Συνολικά, οι εξαγωγές τροφίμων προς την ΕΕ μειώθηκαν κατά μέσο όρο 2,8 δισεκατομμύρια λίρες σε ετήσια βάση από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, σύμφωνα με το Κέντρο για την Περιεκτική Εμπορική Πολιτική (CITP). 

Το Brexit έχει κατηγορηθεί για την επιδείνωση της κρίσης του κόστους ζωής που έπληξε το Ηνωμένο Βασίλειο αυξάνοντας τις εμπορικές τριβές και το κόστος των τροφίμων.

Εθνικό Σύστημα Υγείας

Μία από τις πιο διαβόητες υποσχέσεις των «Brexiteers» ήταν ότι, λόγω των οικονομικών συνεισφορών της Βρετανίας στην ΕΕ, η έξοδος θα απελευθέρωνε 350 εκατομμύρια λίρες κάθε εβδομάδα που θα μπορούσαν να οδηγηθούν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS).

Είναι δύσκολο να διαπιστωθεί εάν αυτό το χρηματικό ποσό, το οποίο ισούται με περίπου 18,2 δισ. ετησίως, έχει οδηγηθεί στο NHS λόγω της εξοικονόμησης χρημάτων από την αποχώρηση από την Ε.Ε.

Εξαιρώντας τη χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης λόγω του Covid, ο προϋπολογισμός του NHS ελάχιστα αυξήθηκε το 2020/21 και το 2021/22.

Ωστόσο, από το οικονομικό έτος 2022/23, αυξήθηκε από 162,3 δισ. σε 185,4 δισ.

Το 2023, ο πρώην υπουργός Μάικλ Γκόουβ ισχυρίστηκε ότι το Brexit είχε «εκπληρώσει» τη δέσμευσή του για το NHS, αν και δεν προσκομίστηκαν στοιχεία.

Δεδομένης της χρονικής σύμπτωσης της πανδημίας του κορωνϊού και του Brexit, είναι πολύ δύσκολο να πούμε εάν τα χρήματα που εξοικονομήθηκαν από την έξοδο από την ΕΕ δαπανήθηκαν για το NHS και ποια κίνητρα χρησιμοποιήθηκαν για τη λήψη αποφάσεων.

Μετά το δημοψήφισμα του 2016, ο Νάιτζελ Φάρατζ είπε ότι δεν ήταν σε θέση να υποσχεθεί ότι τα χρήματα που καταβάλλονται στην ΕΕ θα δαπανηθούν για το NHS, λέγοντας: «Όχι, δεν μπορώ να [το εγγυηθώ] και δεν θα είχα κάνει ποτέ αυτόν τον ισχυρισμό. Αυτό ήταν ένα από τα λάθη που νομίζω ότι έκανε η εκστρατεία υπέρ της αποχώρησης».

Ακόμη, το Brexit οδήγησε σε σοβαρές ελλείψεις προσωπικού, ενώ η γραφειοκρατία οδήγησε σε κάποιες περιπτώσεις σε ελλείψεις φαρμάκων.

Διαδηλωτές υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. στο κέντρο του Λονδίνου, μία ημέρα πριν τη λήξη της μεταβατικής περιόδου στις 30 Ιανουαρίου 2020

Ανεξαρτησία

Είναι γεγονός ότι η αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση προσέφερε μεγαλύτερη ευελιξία στο νομοθετικό έργο της βρετανικής κυβέρνησης. Οι κανόνες σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ένας βασικός τομέας στον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η ανεξαρτησία από την Ε.Ε.

Για παράδειγμα, όταν η χώρα ήταν μέλος της ΕΕ, δεν ήταν σε θέση να μειώσει τον ΦΠΑ σε πράσινες τεχνολογίες. 

Η πρόσφατη αμφιλεγόμενη κίνηση των Εργατικών να επιβάλει ΦΠΑ στα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων διευκολύνθηκε επίσης από το Brexit, καθώς η νομοθεσία της ΕΕ ορίζει την εκπαίδευση ως δραστηριότητα απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ.

Ο πρώην υπουργός των Συντηρητικών, Τζέικομπ Ρις-Μογκ, που ήταν υπέρ του Brexit, δήλωσε ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έδειξαν ότι «η ΕΕ βυθίζεται γρήγορα σε ένα ρυθμιστικό βούρκο τον οποίο απλώς πρόκειται να αποφύγουμε».

Από την άλλη, η βουλεύτρια των Εργατικών, Στέλλα Κρίσι, πρόεδρος του Εργατικού Κινήματος για την Ευρώπη, δήλωσε: «Οι πολίτες δεν είναι ανόητοι – ξέρουν ότι τα οφέλη του Brexit είναι πιο σπάνια από τα δόντια της κότας. Αυτό που χρειάζονται τώρα είναι ρεαλιστικές λύσεις στα προβλήματα που προκαλεί, όπως μια συμφωνία για την κινητικότητα των νέων ή την επανένταξη στην πανευρωπαϊκή μεσογειακή σύμβαση».

Η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ

Ένας άλλος μύθος γύρω από το Brexit που προωθήθηκε από την εκστρατεία αποχώρησης ήταν ότι η Τουρκία επρόκειτο να ενταχθεί στην ΕΕ μέσα σε μια δεκαετία, ανοίγοντας την ελευθερία μετακίνησης σε εκατομμύρια ακόμη ανθρώπους. 

Την ημέρα πριν από το δημοψήφισμα, ο πρώην ηγέτης των Τόρις, ‘Ιαν Ντάνκαν Σμιθ, είπε ότι όσοι ισχυρίζονταν ότι η είσοδος της Τουρκίας στην ΕΕ ήταν πολύ μακριά, έλεγαν ψέματα στον βρετανικό λαό. 

Πάντως, σχεδόν μια δεκαετία μετά το δημοψήφισμα, η πορεία της Τουρκίας από υποψήφια χώρα σε καθεστώς πλήρους μέλους φαίνεται να έχει σταματήσει.