
Γράφει ο Γιάννης Χανιωτάκης
Δημοσκόπηση μετά τη δημοσκόπηση, η βρετανική κοινή γνώμη εμφανίζεται πεπεισμένη ότι η εγκληματικότητα αυξάνεται ραγδαία. Αυτή η αντίληψη τροφοδοτεί την καλοκαιρινή εκστρατεία του Νάιτζελ Φάρατζ και του ακροδεξιού κόμματος του οποίου είναι επικεφαλής περί μιας «άνομης Βρετανίας».
Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι Times σε πρόσφατο δημοσίευμα, τα δεδομένα του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS) δείχνουν ότι οι επιθέσεις με μαχαίρι πέρυσι έπεσαν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών, με τον αριθμό των νοσηλευθέντων για βίαιες επιθέσεις να είναι σχεδόν ο μισός σε σχέση με το 2000. Οι έρευνες εγκληματικότητας συμφωνούν. Σύμφωνα με αυτές τις μετρήσεις, οι δρόμοι της χώρας σπάνια ήταν ασφαλέστεροι στο παρελθόν. Τι συμβαίνει λοιπόν;
Η απάντηση δεν αφορά μόνο την εγκληματικότητα, αλλά τον τρόπο με τον οποίο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν πλέον ως παραμορφωτικός φακός, μέσω του οποίου εκατομμύρια άνθρωποι βλέπουν τη χώρα τους. Όταν κυριαρχούν οι οξείες φωνές, η υπερβολή κερδίζει — και η Βρετανία παρουσιάζεται όχι απλώς ως προβληματική, αλλά υπό κατάρρευση, τρομοκρατημένη από την εγκληματικότητα που αυξάνεται εξαιτίας των μεταναστών. Κι αν τα δεδομένα δεν δείχνουν τίποτα από όλα αυτά; Ε, τότε τα δεδομένα πρέπει να είναι λάθος ή αναξιόπιστα, σύμφωνα με τη λογική πολλών.
Κάποτε, αυτό θα μπορούσε να απορριφθεί ως ψηφιακή ανοησία. Αλλά σε μια εποχή όπου περισσότεροι άνθρωποι ενημερώνονται από τα social media παρά από κάποια εφημερίδα, αυτό έχει σημασία — και μπορεί να αλλάξει την πολιτική. Αν αρκετοί ψηφοφόροι πιστέψουν ότι η Βρετανία βυθίζεται στο χάος, δημιουργείται μια νέα πολιτική δύναμη, όπου το βρετανικό κράτος είναι μυστικοπαθές, κακόβουλο και διοικείται από μια απεχθή ελίτ. Αυτή η γλώσσα λειτουργεί καλά για τον Νάιτζελ Φάρατζ. Αντί να αμφισβητήσουν όλα αυτά, οι Συντηρητικοί (Tories) προσπαθούν να τον αντιγράψουν.
Η Ορατή και η Αόρατη Εγκληματικότητα
Υπάρχουν μορφές εγκληματικότητας που πράγματι αυξάνονται, όπως οι κλοπές από καταστήματα και οι αρπαγές κινητών τηλεφώνων. Αυτά είναι πολύ ορατά, ενώ η μείωση της βίας και των διαρρήξεων είναι αόρατη. Αυτή η ανισορροπία επηρεάζει τις αντιλήψεις: οι άνθρωποι που παρατηρούν ότι το τοπικό τους κατάστημα αρχίζει να βάζει αντικλεπτικά σε πολλά προϊόντα, δεν θα πιστέψουν ότι η εγκληματικότητα έχει μειωθεί.
Η Έρευνα Εγκληματικότητας, που θεσπίστηκε από την κυβέρνηση της Θάτσερ, ρωτά χιλιάδες νοικοκυριά αν έχουν πέσει θύματα εγκλήματος. Δείχνει ότι τα τελευταία 20 χρόνια οι ληστείες έχουν μειωθεί κατά 60%. Οι κλοπές ποδηλάτων και αυτοκινήτων έχουν μειωθεί στο μισό. Οι διαρρήξεις έχουν μειωθεί κατά δύο τρίτα. Και συνολικά η βίαιη εγκληματικότητα; Σύμφωνα με την έρευνα, έχει μειωθεί στο μισό από το 2005. Η Ομάδα Έρευνας για τη Βία στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, επιβεβαιώνει στην τελευταία της έκθεση: «Η σοβαρή βία στην Αγγλία και την Ουαλία έχει μειωθεί σημαντικά».
Η Πολιτική του Φόβου
Η αφήγηση ενός κύματος εγκληματικότητας που προκαλείται από μετανάστες ήταν πάντα πιο δύσκολο να εδραιωθεί στη Βρετανία. Ο μεταναστευτικός πληθυσμός σίγουρα αυξάνεται, αλλά η εγκληματικότητα έχει μειωθεί στο μισό. Ωστόσο, μεμονωμένες, φρικτές ιστορίες μπορούν να αναδειχθούν και να ενισχυθούν για να δημιουργήσουν την ιδέα μιας εθνικής κρίσης.
Πρόσωπα όπως ο Μάθιου Γκούντγουιν, παρουσιαστής του GB News, έχουν γίνει ειδικοί σε αυτό. Η τακτική δεν είναι τα fake news. Είναι η «παρακείμενη αλήθεια»: η χρήση ενός πραγματικού περιστατικού για τη δημιουργία μιας ψευδούς εντύπωσης, αποφεύγοντας το πλαίσιο που θα γκρέμιζε την ψευδαίσθηση αυτή.
Όταν ο Φάρατζ ρωτήθηκε για την Έρευνα Εγκληματικότητας, απάντησε ότι είναι «αναξιόπιστη» και ότι θα εμμείνει στα αστυνομικά αρχεία, τα οποία είναι ευκολότερο να αναλυθούν επιλεκτικά. Το κυριότερο επιχείρημά του: «Όλοι ξέρουμε ότι το έγκλημα έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια». Από τη μία πλευρά, δεδομένα τεσσάρων δεκαετιών και νοσοκομειακά στοιχεία. Από την άλλη, αυτό που «όλοι ξέρουμε». Αυτή είναι η πολιτική της αντίληψης.
Το χάσμα μεταξύ αντίληψης και πραγματικότητας εκτείνεται πέρα από το έγκλημα. Μια δημοσκόπηση της YouGov για τους Times έδειξε ότι μόλις το 12% των Βρετανών πιστεύει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν μειωθεί σχεδόν στο μισό από το 2000 (πράγμα που ισχύει). Μόνο το 1% γνώριζε ότι οι νοσηλείες λόγω βίαιων επιθέσεων έχουν μειωθεί στο μισό.
Όταν οι The Kinks κυκλοφόρησαν το “Waterloo Sunset” το 1967, ο «βρώμικος γέρο-ποταμός» (Τάμεσης) ήταν βιολογικά νεκρός. Τώρα βρίθει από δεκάδες είδη ψαριών, όπως και οι ποταμοί Mersey και Humber. Οι θάνατοι από τροχαία έχουν μειωθεί στο μισό τα τελευταία 20 χρόνια, ενώ η θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού, εγκεφαλικά και καρδιακές παθήσεις έχει επίσης σχεδόν μειωθεί στο μισό από το 1990.
Η προσοχή πρέπει να εστιάζεται στα υπαρκτά προβλήματα. Αλλά δεν θα έβλαπτε να κοιτάξουμε πίσω, να δούμε πόσο μακριά έχει φτάσει η χώρα και να χρησιμοποιήσουμε αυτό το γεγονός για να εμπνεύσουμε ελπίδα.
Τα οικονομικά προβλήματα της Βρετανίας είναι σημαντικά: ρεκόρ φορολογίας παράλληλα με τριγμούς στις δημόσιες υπηρεσίες και μια κρίση με τις παράνομες διελεύσεις στο στενό της Μάγχης που η κυβέρνηση αδυνατεί να επιλύσει. Το κόμμα Reform UK του Φάρατζ δεν τροφοδοτείται απλώς από ψηφιακή οργή, αλλά από γνήσια απόγνωση. Πολιτικά, έχει απόλυτο νόημα για το Reform να υποδαυλίζει την απόγνωση, λέγοντας μια ιστορία για μια Βρετανία κοντά στην «κοινωνική κατάρρευση». Απλώς, δεν βασίζεται στην πραγματικότητα.